Κατηγορίες
αφιερώματα κεντρική μουσική

V!VE – Βιβή Τουφεξή

Μια ξεχωριστή και απολαυστική συνέντευξη της Βιβής Τουφεξή γεμάτη ανησυχίες, προβληματισμούς και όνειρα.

Την θυμάμαι σαν χθες πριν από αρκετά χρόνια να ανοίγει δειλά δειλά την πόρτα από το στούντιο μουσικής που δούλευα, ένα κατάξανθο κορίτσι 17 χρονών, ντροπαλό, λιγομίλητο μα, ετοιμόλογο και πανέξυπνο, να μου ζητά βοήθεια να ηχογραφήσει 4 δικά της τραγούδια σαν demo για να τα στείλει σε μία εταιρία στην Φιλανδία. Από την πρώτη εκείνη στιγμή, δεν έχω συναντήσει άλλον άνθρωπο να μου έχει δημιουργήσει τόσα ερωτηματικά, τόση έκπληξη, τόσο θαυμασμό στο έμφυτο ταλέντο, όσο η Βιβή Τουφεξή. Ταλέντο σε πολλές τέχνες και μόνιμα σε διαμάχη με το συμβατικό, το παλιομοδίτικο και το μέτριο. Ευγενική, γαλήνια και ειλικρινής, ανταποκρίθηκε άμεσα στην πρόσκληση μου να απαντήσει σε ερωτήσεις μου, με αφορμή την έναρξη της επίσημης παγκόσμιας καλλιτεχνικής της καριέρας. Και όσο κι αν θέλω να πιστεύω και να λέω ότι την ξέρω, πάντα βρίσκει τρόπους να με εκπλήξει και να με ξαφνιάσει. Έτσι κι έγινε…

Είσαι υπέρ ή κατά της τεχνολογίας; Στην μουσική ιδιαίτερα;

Υπέρ. Προς το παρόν. Γιατί όσο η τεχνολογία είναι κι αυτή υπέρ μου, τότε όλα καλά. Αν όμως κάποια στιγμή ζωντανέψει και αποκτήσει δική του βούληση το Cubase (βέβαια η αλλόκοτη κατά καιρούς συμπεριφορά του μου γεννά υποψίες… ρε λες…;) τότε νομίζω θα αρχίσω να πειραματίζομαι στη φλογέρα.

Η τεχνολογία όμως αποξενώνει. Η τεχνολογία κάνει την μουσική πλαστική, ψεύτικη.

Το στραβό μας το κεφάλι, αυτό είναι που αποξενώνει! Όσο είμαστε εμείς όχι-ψεύτικοι, τόσο όχι-ψεύτικα θα είναι και τα όποια εργαλεία (τεχνολογία, φυσικά και «αφύσικα» όργανα, κουβαδάκια –πλαστικά ή μη– κουλουπού κουλουπού) θα χρησιμοποιήσουμε στο παιχνίδι της έκφρασης που λέγεται Τέχνη. Άιντε.

Ποιες διαφορές βρίσκεις στα δυο «σπίτια» σου; Θα μπορούσε η Αλεξανδρούπολη να γίνει καλύτερη;

Μου θυμίζει το παιχνίδι στα περιοδικά, όπου έχεις δυο ίδιες –φαινομενικά– εικόνες με την επιγραφή «βρες τις 10 διαφορές». Από τα λίγα παιχνίδια στα οποία είμαι καλή παρεμπιπτόντως. Στην προκειμένη περίπτωση βέβαια, οι διαφορές μεταξύ των δύο «σπιτιών» μου (Ελλάδα- Φινλανδία) είναι πολύ περισσότερες από 10. Κι όσο γερνάω τόσες περισσότερες εντοπίζω! Σαν τις ρυτίδες ένα πράμα… Οπότε για να μην σε καθυστερώ, να σε πω καλύτερα την ηλικία μου να ξεμπερδεύουμε μιαν ώρα αρχύτερα;! Ας πούμε ότι το καθένα απ’ τα «σπίτια» μου ορίζει με εντελώς διαφορετικό τρόπο έννοιες όπως: σεβασμός, ελευθερία, εξέλιξη, δικαίωμα, οικογένεια, ομορφιά, και πάει λέγοντας. Διαφορετικές προτεραιότητες, διαφορετικό φαΐ, διαφορετικές μουσικές… τα θετικά του ενός είναι τα αρνητικά του άλλου και αντίστροφα. Οπότε Ελλάδα-Φινλανδία, 1-1. Όσο για την Αλεξανδρούπολη και το εάν θα μπορούσε να γίνει καλύτερη, είμαι σε πειρασμό να πω απλά «όχι.» Μπας και πεισμώσει κανένας και βαλθεί ν’ αποδείξει το αντίθετο. Μη το γράψεις όμως αυτό, χαλάει το κόλπο μετά.

Ποια είναι η γνώμη σου για τη μουσική βιομηχανία όπως έχει γίνει σήμερα; Θα διάλεγες να μπεις κάτω από μια εταιρία ή θα μείνεις ανεξάρτητη και μακριά από τις εταιρίες;

Το ρήμα «διαλέγω» που διάλεξες να χρησιμοποιήσεις για να θέσεις την ερώτηση με βάζει σε σκέψεις. Ιδανικά ναι, αν μπορούσα να διαλέξω μια εταιρία η οποία να με διαλέξει για το –ας το πούμε– ιδιόμορφο είδος μουσικής που –έχω διαλέξει…;;- να κάνω, χωρίς να περιμένει να βγάλει μέσω εμού χρήματα αλλά επειδή πιστεύει σε μένα, τότε φυσικά! Ξέρεις καμία τέτοια; Εγώ όχι… Οπότε προς το παρόν, απλά κάνω μουσική και την αμολάω ελεύθερη 😊

Πόσο εύκολο είναι για ένα καλλιτέχνη που ξεκινάει σήμερα να δείξει τη δουλειά του; Ποιες δυσκολίες αντιμετωπίζεις εσύ;

(Αναστεναγμός.) Ας πούμε ότι οι δυσκολίες είναι σαν τοίχοι. Εκεί λοιπόν που ξεκινάς όλο προσδοκίες και όνειρα το ταξίδι σου, ξαφνικά πετάγονται μπροστά σου κάτι τοίχοι, να! –με το συμπάθειο– και σου κόβουν τη φόρα. (Δεύτερος αναστεναγμός.) Και τότε τι; Για να δούμε.

ΣΕΝΑΡΙΟ Α) Περπατάς και πέφτεις σε τοίχο. «Κάπου θα υπάρχει μια πόρτα, δεν μπορεί» λες στον εαυτό σου αριστοκρατικά, σχεδόν ενοχλημένος που δεν κρεμάσανε στον τοίχο μια πινακίδα με βελάκια προς τη σωστή κατεύθυνση. Στρίβεις, συνεχίζοντας να περπατάς αποφασισμένος να βρεις την πόρτα εκείνη που θα ανοιχτεί διάπλατα και θα σε πάει στο μαγικό κόσμο της επιτυχίας, της αναγνώρισης και της καλλιτεχνικής καταξίωσης. Και με κάθε σου βήμα προσθέτεις και μια νοητή πινελιά στη μορφή της πόρτας αυτής. Την έχεις φανταστεί δε τόσο ζωντανά μέσα στο κεφάλι σου, που ακόμα κι εκείνο το σπαστικό κόκκινο φωτάκι που αναβοσβήνει υστερικά από πάνω της βλέπεις. Γρήγορα όμως επιλέγεις να το αγνοήσεις, όπως κάνεις και με ένα σωρό άλλα πράγματα όταν σου σπάνε τα νεύρα. Και όσο περπατάς με γνώμονα τη φαντασίωση της πόρτας για οδηγό, τόσο αυτή γίνεται αυτοσκοπός του ταξιδιού σου –σαν το Άγιο Δισκοπότηρο ένα πράμα– με αποτέλεσμα να αρχίσεις να στραβώνεσαι απ’ το θάμπωμα. Και κάποια στιγμή όταν πια έχεις βαρεθεί να ψάχνεις –γιατί είπαμε, ταλέντα έχεις πολλά, αλλά η υπομονή δεν είναι ένα απ’ αυτά– αρχίζεις να ψαχουλεύεις τον τοίχο ψάχνοντας για ρωγμές. Μόλις βρεις μια, πεισμώνεις και αποφασίζεις να χωρέσεις πάση θυσία, ακόμα κι αν χρειαστεί να σπάσεις τη μορφή σου για να χωρέσεις. Και σιγά-σιγά –ή γοργά-γοργά– πριν καν το καταλάβεις, στην προσπάθειά σου να χωρέσεις, αλλοιώνεσαι. Δεν είσαι πια αυτός που ήσουν. Τώρα πια, έχεις μεταλλαχτεί σε μια γλοιώδη κατσαρίδα που χωράει να περάσει μέσα από κάθε ρωγμή. Άρα τον πέτυχες τον στόχο σου. Ζήτω.

ΣΕΝΑΡΙΟ Β) Περπατάς με ύφος κατακτητή και ορμή μπουλντόζας. Ξαφνικά σε σταματάει ένας τοίχος. Δίχως δεύτερη σκέψη, παίρνεις φόρα και πέφτεις με όλη σου τη δύναμη πάνω στο τοίχο, όντας σίγουρος πως δεν μπορεί, θα διαλυθεί ο καταραμένος ο τοίχος μόλις πέσει πάνω του όλο το βάρος του ταλέντου σου! Κι όμως, μετά την ανελέητη πρόσκρουση ο τοίχος παραμένει εκεί, απτόητος, ενώ εσύ βρίσκεσαι πεσμένος στο χώμα μέσα σε μια λίμνη από αίμα, δάκρυα και σπασμένα δόντια, όπου υποταγμένος στην αυτολύπηση βρίζεις τον εαυτό σου για την απαράδεκτη επίδειξη ρομαντισμού και αφέλειας επειδή επέτρεψες στον εαυτό σου να ονειρευτεί, ψιθυρίζεις με αναφιλητά «δεν είμαι εγώ για τέτοια» και την επόμενη μέρα βάζεις τα χαρτιά σου για μια θέση στο δημόσιο.

ΣΕΝΑΡΙΟ Γ) Προχωράς χαμογελαστός κοιτώντας τον ουρανό και ξάφνου πέφτεις πάνω στον τοίχο. Σοκάρεσαι. Λες «δε μπορεί, κάτσε να πάω απ’ την άλλη». Ξαναπέφτεις σε άλλο τοίχο. Εξοργίζεσαι. Τα βάζεις με τα τούβλα, τα καρούμπαλα, τον ουρανό, τη ρημάδα τη τύχη σου μέσα. Παίρνεις φόρα. Πέφτεις σε χειρότερο τοίχο, από αυτούς τους ανάγλυφους, που σου γδέρνουν τη φάτσα σαν τρίφτες τυριού. Ακινητοποιείσαι απ’ τον πόνο και την έκπληξη. Αναρωτιέσαι «μα τι κάνω λάθος;» Στον επόμενο τοίχο αρχίζεις να ακούς τις χαρούμενες φωνές όσων κατάφεραν να περάσουν απ’ την άλλη μεριά. Ζηλεύεις. Αμφισβητείς το ταλέντο σου. Σταματάς να προχωράς. Ρίχνεις μερικά δάκρυα κλωτσώντας τον τοίχο. Γκρινιάζεις μέχρι να νυχτώσει. Ξαφνικά ακούς το απόκοσμο κελάηδημα ενός αόρατου γκιώνη. Μαγεύεσαι, γιατί μόλις σου θύμισε ποιος είσαι στ’ αλήθεια. Ανασκουμπώνεσαι. Σηκώνεσαι στα πόδια σου. Κλείνεις τα μάτια και απολαμβάνεις τη μουσική της νύχτας. Χαμογελώντας, ακουμπάς τον τοίχο απαλά και του λες «δεν πειράζει τοίχε. Εγώ θα συνεχίσω να κάνω αυτό που αγαπώ. Όχι επειδή περιμένω να περάσω κι εγώ απ’ την άλλη μαζί με τους υπόλοιπους, αλλά επειδή αυτό που είμαι δεν μου δίνει άλλη επιλογή. Κι αν κάπου βρεθεί μια πόρτα ανοιχτή και για μένα, τα ξαναλέμε τότε.»

Είσαι – αν μου επιτρέπεται ο όρος – «πολύ-καλλιτέχνης» Συνθέτεις, ζωγραφίζεις, συγγράφεις, διδάσκεις. Πως συνυπάρχουν όλα αυτά και πως τα διαχειρίζεσαι;

Εγώ και τα πολυμίξερ! Μόνο που εγώ δεν έχω πρίζα να πάρει… δυστυχώς μόνο με μπαταρίες λειτουργώ, οι οποίες θέλουν και επαναφόρτιση κάθε τρεις και λίγο. Πλάκα έχει όμως. Δεν βαριέμαι 😊 Το θέμα είναι να αξιωθώ να τελειώσω κάποιο από όλα όσα έχω στα σκαριά! Πχ. ένα ταλαιπωρημένο LP και ένα ακόμα πιο ταλαιπωρημένο βιβλίο περιμένουν πως και πως να βγουν απ’ το πολυμίξερ. Καλό το ανακάτεμα αλλά έτσι όπως το πάω στο τέλος θα σερβίρω βρεφική φρουτόκρεμα.

Ποια θέματα έχουν τα έργα σου; Τι σε απασχολεί και τι θέλεις να πεις με τις ιστορίες σου;

Μιλάω για την Αλήθεια, γι’ αυτό λέω παραμύθια! Yo! Οξύμωρο; Κάθε άλλο. Κάπου διάβασα ότι ο Αϊνστάιν, όταν ρωτήθηκε κάποτε από μία μητέρα για το τι θα μπορούσε να κάνει ώστε το παιδί της να γίνει εξυπνότερο, είπε απλά «διάβαζέ του παραμύθια!» Η μητέρα, χωρίς να έχει μείνει απόλυτα ικανοποιημένη απ’ την απάντηση του μέγα επιστήμονα, τον ξαναρώτησε τι άλλο θα μπορούσε να κάνει, αφού θα του έχει διαβάσει παραμύθια. Η απάντηση που πήρε ήταν κατηγορηματική: «Διάβασέ του ακόμα περισσότερα παραμύθια!». Τρεις λέξεις θα πω για να δικαιολογήσω αυτή τη θέση, οι οποίες «τυχαίνει» να έχουν το ίδιο πρώτο συνθετικό: σύμβολο, σύγκρουση, σύνδεση. Το σύμβολο προέρχεται από το ‘συν’ και το ‘βάλλω’, δηλαδή ‘βάζω μαζί’. Και όταν βάλεις τον εαυτό σου και την αλήθεια μαζί μέσα σε μια αλληγορία, τότε πρώτα επέρχεται η σύγκρουση (μπαμ-μπουμ) και μετά η σύνδεση (ααααα!) Αυτό κάνω λοιπόν. Λέω παραμύθια, που όλα τελικά καταλήγουν –spoiler alert!–  στην κάθαρση. Φως και σκοτάδι, έρωτας και φόβος, ανάγκη και ικανοποίηση αυτής, ζωή και θάνατος, δημιούργημα και Δημιουργός, κόρη και Πατέρας. Και όχι, δεν πιστεύω ότι η αλήθεια είναι υποκειμενική. Αυτό ακυρώνει την έννοια της αλήθειας. Η αλήθεια είναι αυτό που είναι, άσχετα από το τι επιλέγω να πιστεύω εγώ ή εσύ. Αυστηρά υποκειμενικό όμως είναι το μοναδικό μονοπάτι του καθένα προς την αλήθεια. Οκ, φτάνει με το κήρυγμα. Η αλήθεια είναι ότι κάνω και καμιά ντανταϊστική βλακεία που και που μπας και γίνει λιγότερο αβάσταχτη η ελαφρότητα του ‘Είμαι’. (Πλάκα πλάκα, αν η αλήθεια ήταν υπερήρωας, το χιούμορ θα ήταν το υπερόπλο του!)

Κράτησα απ’ τη κουβέντα μας τις λέξεις «παιχνίδι, τέχνη και ελευθερία» όπου έδωσες έμφαση, άλλαξε η φωνή σου και το πρόσωπό σου. Τι σημαίνουν για σένα;

Πειραματισμός. That’s the name of the game.

Τι σημαίνει για σένα Αλεξανδρούπολη;

Οδός Σαράντα Εκκλησιών. Ανηφόρα Αγίου Νικολάου. Βόλτες στο φάρο με τη μαμά. Αγαπημένα μικρά βιβλιοπωλεία κρυμμένα σαν μαργαριτάρια μέσα στις γειτονιές. Αγαπημένο video-club “Pap” στην 14ης Μαΐου. Ταβέρνες και ο μπαμπάς να παίζει μπουζούκι. Ταβέρνα «Οι Ψάθες» με τα μαγικά σνίτσελ. Τζίτζιφα απ΄ το δέντρο στην αυλή της γιαγιάς και του παππού. Λαϊκή αγορά μπροστά απ’ το σιδηροδρομικό σταθμό. Bullying στο έβδομο δημοτικό σχολείο. Πρωινά Σαββάτου στο κολυμβητήριο. Παραστάσεις στο Κηποθέατρο (παραδοσιακοί χοροί Βραχιόλογλου, μιούζικαλ, μπάντες, τα πάντα όλα). Παραστάσεις στο Δημοτικό Θέατρο (μια με ακορντεόν, μια με τραγούδι, μια με θεατρικές παραστάσεις, το λυγίσαμε κι εκεί το σανίδι.) Ιπποδρομίες στο λούνα παρκ με έπαθλα μπουκάλια ούζο που κατέληγαν στο ράφι. Παγωτό μόκα σπέσιαλ στο Καφέ Ζολώτα με τον αδερφό μου. Πέμπτο Γυμνάσιο. Πρώτα ερωτικά ραβασάκια. Τάκα-τάκα-μαμ με τις κολλητές τις Παρασκευές. Βόλτες με πατίνια στη κλειστή παραλιακή το καλοκαίρι. Πρώτα ραντεβού στο Label. Πρώτες ερωτικές απογοητεύσεις και μοναχικές βόλτες στο λιμάνι ακούγοντας στο walk-man Aphrodite’s Child. Πολυκλαδικό Λύκειο. Πρωινά κατσάκια και λουκουμάδες στου Ζαφρά. Έρωτες με ή χωρίς ανταπόκριση (μια ζωή ερωτευμένη.) Πρώτα ραντεβού στην Les Amies. Πρώτα ραντεβού (αργότερα) στο Hulk. Κι άλλες μοναχικές βόλτες στο λιμάνι. Beach parties στο δελφίνι. Ταινίες ορόσημο στον κινηματογράφο Άλεξ (και ανακάλυψη των Radiohead εκεί, 1996.) Αυτοκίνητα, παντού αυτοκίνητα. Γιορτή κρασιού και μετά λιμάνι για αποτοξίνωση με μπύρες. Φιλοσοφικές συζητήσεις με το Γιώργο, το Μιχάλη, το Βασίλη, τη Μαρία, το Μίσκα. Στο λιμάνι, πάντα στο λιμάνι. Αναμνήσεις, ατέλειωτες αναμνήσεις. Η Αλεξανδρούπολη με μία πρόταση: το πιο αγαπημένο μου σπαστικό μέρος στο κόσμο. Η Αλεξανδρούπολη με μία λέξη: σπίτι.

Πρώτο σινγλ: Dead Woman Singing

Δεύτερο σινγλ: Cuckoo!

Τρίτο σινγκλ (συνεργασία με Πάνο Γκίνη απο Thrax Punks): Guinevere

Συνεργασία με τον Αλεξανδρουπολίτη Γιώργο Λιτσικάκη: The Sandman Went Away